- διεθνιστής
- οοπαδός του διεθνισμού: Είναι διεθνιστής και ανήκει σε αριστερό κόμμα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
διεθνιστής — ίστρια οπαδός τού διεθνισμού … Dictionary of Greek
Workers Revolutionary Party (Greece) — Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα Ergatiko Epanastatiko Komma Workers Revolutionary Party Leader Savvas Mihail Founded 1985 … Wikipedia
Κρέμερ, Γουίλιαμ Ράνταλ — (Sir William Randal Cremer, Γουιλτσάιρ Αγγλίας 1838 – Λονδίνο 1908). Άγγλος πολιτικός και διεθνιστής. Ξεκίνησε να εργάζεται από παιδί, ως μαθητευόμενος σε κάποιο ναυπηγείο. Το 1852 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου άσκησε το επάγγελμα του ξυλουργού … Dictionary of Greek
κοσμοπολίτης — ο θηλ. ισσα ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του πολίτη όλου του κόσμου, διεθνιστής … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)